.© 2020 SpartaNews.gr. All Rights Reserved. Designed By hit-media.gr
Η Ιστορία, συνήθως, ρίχνει τους προβολείς της στους άνδρες ήρωες και παραβλέπει τις γυναίκες εκείνες που τόλμησαν σε καιρούς δύσκολους να σηκώσουν το ανάστημά τους και να βρεθούν στην πρώτη γραμμή, χωρίς να υστερήσουν σε θάρρος και γενναιότητα.
Έτσι συμβαίνει και με την Επανάσταση του 1821 κατά την οποία οι Ελληνίδες όλων των ηλικιών διαδραμάτισαν πρωτεύοντα και σπουδαίο ρόλο, που τις κατατάσσει αβίαστα και ισάξια στην ίδια θέση και στο πλευρό των ανδρών αγωνιστών.
Είναι ευτύχημα που για κάποιες απ’ αυτές τις ηρωίδες διασώθηκαν τα ονόματα και η δράση τους, γιατί στην πλειονότητά τους οι απλές γυναίκες του λαού που σήκωσαν στις πλάτες τους το βαρύ φορτίο του αιματηρού αγώνα για την Ελευθερία, έμειναν εντελώς αφανείς και άγνωστες, αν και είναι βέβαιο πως ως σύζυγοι, μητέρες, αδελφές και κόρες στάθηκαν στο πλάι των ανδρών και πλήρωσαν συχνά βαρύ το τίμημα της ωμής τουρκικής βίας.
Ως μνημόσυνο αιώνιο για όλες τις γυναίκες του 1821 θα ανασύρουμε, σήμερα. από τη λήθη του χρόνου δύο γυναικείες μορφές που κατάγονταν από την περιοχή μας και πρόσφεραν τα μέγιστα στην υπόθεση της Επανάστασης.
Η πρώτη είναι η Κωνσταντίνα Ζαχαριά για την οποία τις λιγοστές πληροφορίες που την αφορούν τις οφείλουμε στο Γάλλο περιηγητή και ιστορικό Φ. Πουκεβίλ.
Η Κωνσταντίνα ήταν κόρη του θρυλικού πρωτοκλέφτη του Μοριά Ζαχαριά Μπαρμπιτσιώτη, που έδρασε στα προεπαναστατικά χρόνια και ήταν μια ηγετική φυσιογνωμία που έδωσε στον αγώνα των Κλεφτών εθνικό προσανατολισμό. Ο Ζαχαριάς όταν οι κοτζαμπάσηδες προσπάθησαν να τον πείσουν να πάψει να χτυπάει τους Τούρκους κατακτητές τους απάντησε: «Μου γράφετε ότι θα χαθούν τα χωριά σας. Στάχτη να γίνουν. Ντουφέκι και σπαθί, ή να ελευθερωθούμε ή να χαθούμε”!
Στα τέλη του 18ου αιώνα κι ενώ ο Καπετάν Ζαχαριάς βρίσκεται στο απόγειο της δύναμής του τόσο ώστε οι Ρωμιοί να τον σέβονται και οι Τούρκοι να τον τρέμουν, οι κατακτητές πείθουν τον κουμπάρο του το Μανιάτη Κουκέα να τον δολοφονήσει με αντάλλαγμα το μπεηλίκι της Μάνης. Ο Ζαχαριάς βρήκε το θάνατο στις 20 Ιουλίου 1805, καθώς ανέβαινε τη σκάλα στον πύργο του Κουκέα. Η λαϊκή μούσα τραγούδησε το τέλος του:
Σκοτώσανε το Ζαχαριά τον πρώτο Καπετάνιο,
Που ήταν κολώνα στο Μωριά και φλάμπουρο στη Μάνη…
Ο Ζαχαριάς είχε τέσσερα παιδιά: την Αγγελίνα που παντρεύτηκε αργότερα το Νικηταρά, την Κωνσταντίνα, τον Ανδρέα και το Σωτήρη. Απ’ αυτά η Κωνσταντίνα, που ήταν βρέφος όταν σκοτώθηκε ο πατέρας της και πήρε το όνομά του, ορκίστηκε μεγαλώνοντας να εκδικηθεί τη δολοφονία του. Όταν ξέσπασε η Επανάσταση του 1821, η νεαρή κοπέλα που ήταν περίπου 22 ή 23 χρονών, αποφάσισε να φτιάξει ένα δικό της ένοπλο σώμα, που το αποτελούσαν πεντακόσιοι άνδρες και γυναίκες. Είχε δικό της φλάμπουρο λευκού χρώματος με κυανό σταυρό.
Η έναρξη της Επανάστασης ξάφνιασε τους Τούρκους της Πελοποννήσου και τους ανάγκασε να υποχωρήσουν αναζητώντας καταφύγιο στην Τριπολίτσά. Η Κωνσταντίνα συμμετείχε στην καταδίωξη των φυγάδων μέχρι το Μυστρά όπου κλείστηκαν στο κάστρο του για να γλιτώσουν. Στη συνέχεια ακολουθώντας πορεία δίπλα στον ποταμό Ευρώτα έφτασε ως το Λεοντάρι, που ήταν έδρα του Βοεβόδα (στρατιωτικού διοικητή της επαρχίας). Μετά από επίθεση απελευθέρωσε το κεφαλοχώρι, κατέστρεψε την ημισέληνο στα τεμένη κι έβαλε φωτιά στην οικία του Τούρκου αξιωματούχου, τον οποίο σκότωσε με τα ίδια της τα χέρια.
Η καπετάνισσα Κωνσταντίνα Ζαχαριά θα πρέπει να πήρε μέρος και σε άλλες συγκρούσεις και μάχες (πολιορκία Μεθώνης και Κορώνης, Μάχη στο Διρό) για τις οποίες δεν υπάρχουν πληροφορίες, όπως μας είναι άγνωστο και το τέλος της.
Η δεύτερη Σπαρτιάτισσα ηρωίδα του 1821 είναι η Σταυριάνα Σάββαινα, η οποία γεννήθηκε στο Παρόρι της Σπάρτης το 1772. Παντρεύτηκε τον πρόκριτ και μέλος της Φιλικής Εταιρίας Γιωργάκη Σάββα, που τον απαγχόνισαν οι Τούρκοι στο Μυστρά κατά τις πρώτες μέρες της Επανάστασης.
Η Σταυριάνα, μόλις χήρεψε, ανέθεσε την επιμέλεια των ανήλικων παιδιών της στην αδελφή της, οπλίστηκε και κατατάχθηκε στο σώμα του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, που ήταν φίλος του άντρα της, και τον ακολούθησε σε όλες τις μάχες. Έλαβε μέρος στην πολιορκία της Τριπολιτσάς, στη νικηφόρα μάχη του Βαλτετσίου (12-13 Μαΐου 1821), στην πολιορκία της Τριπολιτσάς, στη μάχη των Τρικόρφων (23 Ιουνίου 1524), στην Εύβοια, στο Πέτα, στη Βέργα του Αλμυρού. Ήταν τότε σύμφωνα με όσα έγραψε η Καλλιρρόη Παρρέν στην ιστορική «Εφημερίδα των Κυριών» (φ. 25.3.1890) « τεσσαρακοντούτις, μελαχροινή, ευειδής, με ύφος αρρενωπόν, με φωνή βροντώδη, με παράστημα στρατιώτου». Σχετικά με το θάρρος και την αγωνιστικότητά της η Παρρέν έγραψε: «Η Σταυριάνα, μόνη μεταξύ των ανδρών, αψηφούσε τις σφαίρες και μετέφερε τις πυριτιδοβολές από προμαχώνος εις προμαχώνα. Οι περί τον Κολοκοτρώνη, Μαυρομιχάλης και Πλαπούτας δυσκολεύονταν να πιστέψουν ότι γυναίκα είχε τόσο θάρρος». Και ο ιστορικός Ι. Φιλήμων την εκθειάζει με αυτά τα λόγια: «Μόνη ἐτόλμα συνεχῶς ἐξέρχεσθαι ἀπό τοῦ ἑνός εἰς τόν ἄλλον προμαχῶνα καί διανέμειν πυριτοβολάς, ὅπου ἡ ἀνάγκη ἐκάλει. Ἦν δέ αὕτη ἀναστήματος ὑψηλοῦ, ἐξαισίας γενναιοψυχίας…».
Με το τέλος της Επανάστασης και την ίδρυση του πρώτου ανεξάρτητου ελληνικού κρατιδίου, η Σταυριάνα αποστρατεύεται με το βαθμό του ταγματάρχη, χωρίς καμία σύνταξη κι εγκαθίσταται στο Ναύπλιο σ’ ένα λιτό σπιτάκι δίπλα στο Γυμνάσιο, δουλεύοντας σκληρά για να εξασφαλίσει τα προς το ζην!
Τον Αύγουστο του 1829, όταν συνέρχεται στο Άργος η Δ΄ Εθνοσυνέλευση, με νωπές ακόμα πάνω στο σώμα της τις πληγές του πολέμου, η Σάββαινα κάνει μια αναφορά και ζητά να της δοθεί κάποια σύνταξη. Στην αναφορά αυτή μεταξύ άλλων έγραφε: «Το στάδιον της πολεμικής δόξας είναι βέβαια δια τους άνδρας, όταν όμως είναι λόγος περί σωτηρίας της πατρίδος, όταν όλη σχεδόν η φύσις συντρέχει προς υπεράσπισίν της, αι γυναίκες της Ελλάδος έδειξαν πάντοτε ότι έχουν καρδίαν να κινδυνεύσουν συναγωνιζόμεναι ως οι άνδρες, ημπορούν να ωφελήσουν μεγάλως εις τας πλέον δεινάς περιστάσεις…».
Πράγματι ο πρώτος Κυβερνήτης ο Ιωάννης Καποδίστριας εισακούει το δίκαιο αίτημά της και της χορηγεί μια οικονομική ενίσχυση, που την αφαιρούν μετά τη δολοφονία του οι Βαυαροί του βασιλιά Όθωνα.
Η Σταυριάνα, όπως πολλοί άλλοι αγωνιστές και αγωνίστριες του 1821, ζει φτωχή κι εγκαταλειμμένη στο περιθώριο, ζώντας από τη βοήθεια οικογενειών άλλων συμπολεμιστών της, ενώ τα παιδιά της βρίσκουν εργασία μετά από μεγάλες προσωπικές της προσπάθειες στο «Οπλοστάσιον», το εργοστάσιο κατασκευής όπλων.
Η Σάββαινα αντιμετώπισε τη φτώχεια της με αρχοντική αξιοπρέπεια. Ποτέ δεν παραπονέθηκε και δεν είπε πικρό λόγο για την πατρίδα. Καθώς τα χρόνια περνούσαν είχε την εμφάνιση μιας σκελετωμένης γριούλα που αργόσβηνε.
Πέθανε στο Ναύπλιο το έτος 1868 και για την ταφή της χρειάστηκε να γίνει έρανος!
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΗΤΡΑΚΟΣ
.